τριπλεκής: Difference between revisions

From LSJ

Ζήτει γυναῖκα σύμμαχον τῶν πραγμάτων → Quaere adiuvamen rebus uxorem tuis → Als Partnerin im Leben such dir eine Frau

Menander, Monostichoi, 199
(6_8)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρῐπλεκής''': -ές, ὁ τρὶς πεπλεγμένος, τριπλοῦς, Λατ. triplex, Σωρανὸς περὶ Γυναικείων Παθῶν 212, 5, Γρηγ. Νύσσ. ΙΙΙ, 1101C.
|lstext='''τρῐπλεκής''': -ές, ὁ τρὶς πεπλεγμένος, τριπλοῦς, Λατ. triplex, Σωρανὸς περὶ Γυναικείων Παθῶν 212, 5, Γρηγ. Νύσσ. ΙΙΙ, 1101C.
}}
{{grml
|mltxt=-ές, Α<br />πλεγμένος με [[τρία]] μέρη, [[τρίπλοκος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πλεκής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πλέκος]], <i>το</i> «[[πλέγμα]]»), <b>πρβλ.</b> <i>πολυ</i>-<i>πλεκής</i>].
}}
}}

Revision as of 12:58, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τριπλεκής Medium diacritics: τριπλεκής Low diacritics: τριπλεκής Capitals: ΤΡΙΠΛΕΚΗΣ
Transliteration A: triplekḗs Transliteration B: triplekēs Transliteration C: triplekis Beta Code: triplekh/s

English (LSJ)

ές,

   A thrice-plaited, threefold, τ. εἶναι ἡμῶν τὸ σῶμα Sor.2.4; three-dimensional(?), σχῆμα Procl.Theol.Plat.5.37.

Greek (Liddell-Scott)

τρῐπλεκής: -ές, ὁ τρὶς πεπλεγμένος, τριπλοῦς, Λατ. triplex, Σωρανὸς περὶ Γυναικείων Παθῶν 212, 5, Γρηγ. Νύσσ. ΙΙΙ, 1101C.

Greek Monolingual

-ές, Α
πλεγμένος με τρία μέρη, τρίπλοκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + -πλεκής (< πλέκος, το «πλέγμα»), πρβλ. πολυ-πλεκής].