Τὸ δ' ἐκ τυράννων αἰσχροκέρδειαν φιλεῖ → The race of tyrants loves shameful profit
(42) |
(No difference)
|
-ον, Μ
αυτός που είναι τόσο τεντωμένος ώστε να μπορεί κανείς να τον χτυπήσει σαν τύμπανο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τύμπανον + -κρουστος (< κρούω), πρβλ. ἄ-κρουστος].