αμυγδάλα: Difference between revisions

From LSJ

Βέβαιον οὐδέν ἐστιν ἐν θνητῷ βίῳ → Nihil, ut videtur, proprium in vita datur → Nichts Festes gibt's im Leben eines Sterblichen

Menander, Monostichoi, 57
(3)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[μυγδάλα]], η<br /><b>1.</b> ο [[καρπός]] της αμυγδαλιάς<br /><b>2.</b> το [[δέντρο]] [[αμυγδαλιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[ἀμυγδάλη]]. Για τον μεταπλασμό της καταλήξεως <b>[[πρβλ]].</b> [[ἀθερίνη]]: αθερίνα].
|mltxt=και [[μυγδάλα]], η<br /><b>1.</b> ο [[καρπός]] της αμυγδαλιάς<br /><b>2.</b> το [[δέντρο]] [[αμυγδαλιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[ἀμυγδάλη]]. Για τον μεταπλασμό της καταλήξεως πρβλ. [[ἀθερίνη]]: αθερίνα].
}}
}}

Revision as of 10:26, 23 December 2018

Greek Monolingual

και μυγδάλα, η
1. ο καρπός της αμυγδαλιάς
2. το δέντρο αμυγδαλιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. ἀμυγδάλη. Για τον μεταπλασμό της καταλήξεως πρβλ. ἀθερίνη: αθερίνα].