Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αμπαλάζ: Difference between revisions

From LSJ

Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch

Menander, Monostichoi, 185
(3)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το<br /><b>1.</b> [[συσκευασία]] σε [[δέμα]] ή [[κιβώτιο]]<br /><b>2.</b> υλικό συσκευασίας, [[περιτύλιγμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> γαλλ. <i>emballage</i> «[[συσκευασία]]», <b>[[πρβλ]].</b> και [[αμπαλάρω]]].
|mltxt=το<br /><b>1.</b> [[συσκευασία]] σε [[δέμα]] ή [[κιβώτιο]]<br /><b>2.</b> υλικό συσκευασίας, [[περιτύλιγμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> γαλλ. <i>emballage</i> «[[συσκευασία]]», πρβλ. και [[αμπαλάρω]]].
}}
}}

Revision as of 10:50, 23 December 2018

Greek Monolingual

το
1. συσκευασία σε δέμα ή κιβώτιο
2. υλικό συσκευασίας, περιτύλιγμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. emballage «συσκευασία», πρβλ. και αμπαλάρω].