ἄγερθεν: Difference between revisions

From LSJ

Λυπεῖ με δοῦλος δεσπότου μεῖζον φρονῶν → Servus molestu'st supra herum sese efferens → Ein Ärgernis: ein Sklave stolzer als sein Herr

Menander, Monostichoi, 323
(6_11)
(2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄγερθεν''': ἠγέρθησαν, Δωρ. καὶ Ἐπικ. γ΄ πληθ. τοῦ α΄ παθ. ἀορ. τοῦ [[ἀγείρω]].
|lstext='''ἄγερθεν''': ἠγέρθησαν, Δωρ. καὶ Ἐπικ. γ΄ πληθ. τοῦ α΄ παθ. ἀορ. τοῦ [[ἀγείρω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἄγερθεν:''' Δωρ. και Επικ. γʹ πληθ. Παθ. αορ. αʹ του [[ἀγείρω]].
}}
}}

Revision as of 17:06, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄγερθεν Medium diacritics: ἄγερθεν Low diacritics: άγερθεν Capitals: ΑΓΕΡΘΕΝ
Transliteration A: ágerthen Transliteration B: agerthen Transliteration C: agerthen Beta Code: a)/gerqen

English (LSJ)

Dor. and Ep. 3pl. aor. 1 Pass. of ἀγείρω.

German (Pape)

[Seite 12] = ἠγέρθησαν, s. ἀγείρω.

Greek (Liddell-Scott)

ἄγερθεν: ἠγέρθησαν, Δωρ. καὶ Ἐπικ. γ΄ πληθ. τοῦ α΄ παθ. ἀορ. τοῦ ἀγείρω.

Greek Monotonic

ἄγερθεν: Δωρ. και Επικ. γʹ πληθ. Παθ. αορ. αʹ του ἀγείρω.