ἀκαλυφής: Difference between revisions

From LSJ

πολλὰ δ' ἄναντα κάταντα πάραντά τε δόχμιά τ' ἦλθον → and ever upward, downward, sideward, and aslant they went

Source
(2)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἀκαλυφὴς (-οῡς), -ές (Α)<br />ο [[ακάλυπτος]].
|mltxt=ἀκαλυφὴς (-οῡς), -ές (Α)<br />ο [[ακάλυπτος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀκᾰλῠφής:''' -ές = [[ἀκάλυπτος]], σε Σοφ.
}}
}}

Revision as of 17:33, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκᾰλῠφής Medium diacritics: ἀκαλυφής Low diacritics: ακαλυφής Capitals: ΑΚΑΛΥΦΗΣ
Transliteration A: akalyphḗs Transliteration B: akalyphēs Transliteration C: akalyfis Beta Code: a)kalufh/s

English (LSJ)

ές, = foreg., S.Ph.1327, Arist. de An.422a1:—ἄκαλλ-ος, ον, Hippobot. ap. D.L.8.72.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκᾰλῠφής: -ές, = ἀκάλυπτος, Σοφ. Φ. 1327. Ἀριστ. περὶ Ψυχ. 2. 9, 13, καὶ ἀκάλυφος, ον, Διογ. Λ. 8. 72.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
c. ἀκάλυπτος.

Spanish (DGE)

(ἀκαλῠφής) -ές
descubierto σηκός S.Ph.1327, cf. Arist.de An.422a1.

Greek Monolingual

ἀκαλυφὴς (-οῡς), -ές (Α)
ο ακάλυπτος.

Greek Monotonic

ἀκᾰλῠφής: -ές = ἀκάλυπτος, σε Σοφ.