νίκημι: Difference between revisions

From LSJ

ἔγνω δὲ φώρ τε φῶρα καὶ λύκος λύκον → the thief knows the thief and the wolf knows the wolf, and thief knows thief and wolf his fellow wolf, set a thief to catch a thief

Source
(27)
(5)
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νίκημι]] (Α)<br /><b>βλ.</b> [[νικώ]].
|mltxt=[[νίκημι]] (Α)<br /><b>βλ.</b> [[νικώ]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''νίκημι:''' Αιολ. αντί [[νικάω]], σε Θεόκρ.· ποιητ. γʹ ενικ. παρατ. [[νίκη]], σε Πίνδ., Θεόκρ.
}}
}}

Revision as of 19:44, 30 December 2018

German (Pape)

[Seite 256] poet. = νικάω; Theocr. 7, 40; Antip. Th. 63 (VII, 743), νίκη, imperf., Pind. N. 5, 5; Theocr. 6, 46.

Greek (Liddell-Scott)

νίκημι: νικάω, ἀλλὰ μόνον παρὰ Δωρ. ποιηταῖς· ἐνεστ. παρὰ Θεοκρ. 7. 40, Ἀνθ. Π. 7. 743· γ΄ παρατ. νίκη, Λάμπωνος υἱὸς Πυθέας εὐρυσθενὴς νίκη Νεμείοις, ἐνίκα ἐν Ν., Πινδ. Ν. 5. 8, Θεόκρ. 6. 46.

Greek Monolingual

νίκημι (Α)
βλ. νικώ.

Greek Monotonic

νίκημι: Αιολ. αντί νικάω, σε Θεόκρ.· ποιητ. γʹ ενικ. παρατ. νίκη, σε Πίνδ., Θεόκρ.