ὑποφῆτις: Difference between revisions
Μακάριος, ὅστις ἔτυχε γενναίου φίλου → Generosa amicus mente , felicis bonum → Glückselig ist, wer einen edlen Freund gewinnt
(44) |
(6) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ήτιδος, ἡ, και δωρ. τ. ὑποφᾱτις, -άτιδος, Α<br /><b>βλ.</b> [[ὑποφήτης]]. | |mltxt=-ήτιδος, ἡ, και δωρ. τ. ὑποφᾱτις, -άτιδος, Α<br /><b>βλ.</b> [[ὑποφήτης]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ὑποφῆτις:''' Δωρ. -φᾶτις, ἡ, θηλ. του [[ὑποφήτης]], σε Πίνδ., Ανθ. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:08, 30 December 2018
English (LSJ)
(properisp.), ἡ, fem. of ὑποφήτης, Ἀφροδίτης (of Phryne) Ath.13.590e;
A Ἐνυαλίοιο καὶ Εἰράνας ὑποφᾶτιν . . σάλπιγγα AP6.46 (Antip. Sid.):—διᾱβολιᾶν ὑποφάτιες prob. purveyors of slander (= ἑρμηνευταὶ καὶ διάβολοι Sch.), perh. in reference to the ποταγωγίδες of Hiero, Pi.P.2.76: v.l. ὑποφάντιες (lemma in Sch.E), which might be taken as suggestions (Dor. for Υποφάνσεις).
Greek (Liddell-Scott)
ὑποφῆτις: ἡ, θηλ. τοῦ ὑποφήτης, Ἀθήν. 590Ε· Ἐνυαλίοιο καὶ Εἰράνας ὑποφᾶτιν... σάλπιγγα Ἀνθ. Π. 6. 46. ― Ἐν Πινδ. Π. 2. 140 (76) ὁ Herm. ἑρμηνεύει τὸ διαβολιᾶν ὑποφάτιες ὡς = ποταγωγίδες, δηλ. αἱ προσάγουσαι τὰς διαβολάς· ἀλλ’ ὁ Böckh προτείνει τὴν διόρθωσιν ὑποφαύτιες, Αἰολ. ἀντὶ ὑποφάσεις, ὁ δὲ Bgk. ὑποφάντιες, Δωρ. ἀντὶ ὑποφάνσεις, ὑπομνήσεις, ὑποδηλώσεις, ὑπαινιγμοί. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 196.
Greek Monolingual
-ήτιδος, ἡ, και δωρ. τ. ὑποφᾱτις, -άτιδος, Α
βλ. ὑποφήτης.
Greek Monotonic
ὑποφῆτις: Δωρ. -φᾶτις, ἡ, θηλ. του ὑποφήτης, σε Πίνδ., Ανθ.