διαπρηστεύω: Difference between revisions
From LSJ
(big3_11) |
(4) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=dud., quizá [[montar en cólera]] διεπρήστευσε τῶν τις Βορυσθενεϊτέων πρὸς τοὺς Σκύθας Hdt.4.79. | |dgtxt=dud., quizá [[montar en cólera]] διεπρήστευσε τῶν τις Βορυσθενεϊτέων πρὸς τοὺς Σκύθας Hdt.4.79. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''διαπρηστεύω:''' βλ. [[διαδρηστεύω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:20, 30 December 2018
English (LSJ)
A v. διαδρηστεύω.
German (Pape)
[Seite 598] l. d., Her. 4, 79, v. l. διεπίστευσε, emend. διεδρήστευσε, Reiz διεπερίσσευσε.
Greek (Liddell-Scott)
διαπρηστεύω: ἴδε ἐν λ. διαδρηστεύω.
Spanish (DGE)
dud., quizá montar en cólera διεπρήστευσε τῶν τις Βορυσθενεϊτέων πρὸς τοὺς Σκύθας Hdt.4.79.
Greek Monotonic
διαπρηστεύω: βλ. διαδρηστεύω.