μυωπός: Difference between revisions

From LSJ

Οὐκ ἔστι σιγᾶν αἰσχρόν, ἀλλ' εἰκῆ λαλεῖν → Silere non est turpe, sed frustra loqui → nicht Schweigen schändet, sondern Schwätzen auf gut Glück

Menander, Monostichoi, 417
(26)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μυωπός]], -όν (Α) [[μύωψ]] (Ι)]<br />αυτός που πάσχει από [[μυωπία]], ο μύωπας.
|mltxt=[[μυωπός]], -όν (Α) [[μύωψ]] (Ι)]<br />αυτός που πάσχει από [[μυωπία]], ο μύωπας.
}}
{{lsm
|lsmtext='''μυωπός:''' -όν, = [[μύωψ]] I, σε Ξεν.
}}
}}

Revision as of 00:24, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μῠωπός Medium diacritics: μυωπός Low diacritics: μυωπός Capitals: ΜΥΩΠΟΣ
Transliteration A: myōpós Transliteration B: myōpos Transliteration C: myopos Beta Code: muwpo/s

English (LSJ)

όν,

   A = μύωψ 1, X.Cyn.3.2,3.

German (Pape)

[Seite 225] = μύωψ, Xen. Cyn. 3, 3.

Greek (Liddell-Scott)

μυωπός: -όν, = μύωψ, Ι, Ξεν. Κυν. 3, 2 καὶ 3.

Greek Monolingual

μυωπός, -όν (Α) μύωψ (Ι)]
αυτός που πάσχει από μυωπία, ο μύωπας.

Greek Monotonic

μυωπός: -όν, = μύωψ I, σε Ξεν.