πιμπλέω: Difference between revisions

From LSJ

οὐετρανοὶ οἱ χωρὶς χαλκῶν → veterans who have not received bronze copies of the privileges granted on discharge

Source
(32)
(6)
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>βλ.</b> [[πίμπλημι]].
|mltxt=<b>βλ.</b> [[πίμπλημι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πιμπλέω:''' = το επόμ.· Ιων. θηλ. μτχ. ενεστ. <i>πιμπλεῦσαι</i>, σε Ησίοδ.
}}
}}

Revision as of 01:08, 31 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

πιμπλέω: τῷ ἑπομ.· Ἰων. θηλ. μετοχ. ἐνεστ. πιμπλεῦσαι ἀντὶ πιμπλοῦσαι, Ἡσ. Θ. 880 (μετὰ διαφ. γραφ. πιμπλᾶσαι).

French (Bailly abrégé)

ion. c. πιμπλάω.

Greek Monolingual

βλ. πίμπλημι.

Greek Monotonic

πιμπλέω: = το επόμ.· Ιων. θηλ. μτχ. ενεστ. πιμπλεῦσαι, σε Ησίοδ.