σωστέον: Difference between revisions

From LSJ

Μακάριος, ὅστις ἔτυχε γενναίου φίλου → Generosa amicus mente , felicis bonum → Glückselig ist, wer einen edlen Freund gewinnt

Menander, Monostichoi, 357
(6)
 
(nl)
Line 1: Line 1:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σωστέον:''' ρημ. επίθ. του [[σώζω]], πρέπει [[κάποιος]] να σώσει [[κάτι]] ή κάποιον, σε Ευρ.
|lsmtext='''σωστέον:''' ρημ. επίθ. του [[σώζω]], πρέπει [[κάποιος]] να σώσει [[κάτι]] ή κάποιον, σε Ευρ.
}}
{{elnl
|elnltext=σωστέον [σῴζω] adj. verb. van σῴζω er moet gered worden, er moet behouden worden:. ( ὅπλα ) οὐ λειπτέον τάδ ’, ἀθλίως δὲ σωστέον deze (wapens) moeten niet achtergelaten worden, maar koste wat kost bewaard Eur. HF 1385.
}}
}}

Revision as of 10:52, 31 December 2018

Greek Monotonic

σωστέον: ρημ. επίθ. του σώζω, πρέπει κάποιος να σώσει κάτι ή κάποιον, σε Ευρ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σωστέον [σῴζω] adj. verb. van σῴζω er moet gered worden, er moet behouden worden:. ( ὅπλα ) οὐ λειπτέον τάδ ’, ἀθλίως δὲ σωστέον deze (wapens) moeten niet achtergelaten worden, maar koste wat kost bewaard Eur. HF 1385.