ἁρμοζόντως: Difference between revisions

From LSJ

ἀνδρὸς τὰ προσπίπτοντα γενναίως φέρειν → a man should bear with courage what befalls him

Source
(big3_6)
(1b)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">• Alolema(s):</b> át. ἁρμοττόντως Ph.<i>Mech</i>.82.4, Iambl.<i>Comm.Math</i>.17, Sch.Ar.<i>Nu</i>.253<br />adv. [[convenientemente]], [[de modo adecuado]] c. dat. ἁ. τοῖς ὑπάρχουσι τόποις Ph.l.c., ἁρμοζόντοις (<i>sic</i>) τοῖς ἰν τοῖ<ς> ψαφίσματι γεγραμμένοις <i>IM</i> 38.10 (III a.C.), τοῖς ἀνθρώποις ἁ. φαίνεσθαι <i>UPZ</i> 110.77 (II a.C.), τῇ χρείᾳ D.S.3.15, ἁ. τῷ πάθει Gal.18(1).773, ἁ. λέγειν τοῖς παροῦσιν I.<i>AI</i> 6.10, ἑκατέρῳ τε χρώμεθα ἁ. Iambl.l.c., c. gen. ἁ. δὲ τῶν φιλοσόφων ἐπιγράφει Sch.Ar.l.c.
|dgtxt=<b class="num">• Alolema(s):</b> át. ἁρμοττόντως Ph.<i>Mech</i>.82.4, Iambl.<i>Comm.Math</i>.17, Sch.Ar.<i>Nu</i>.253<br />adv. [[convenientemente]], [[de modo adecuado]] c. dat. ἁ. τοῖς ὑπάρχουσι τόποις Ph.l.c., ἁρμοζόντοις (<i>sic</i>) τοῖς ἰν τοῖ<ς> ψαφίσματι γεγραμμένοις <i>IM</i> 38.10 (III a.C.), τοῖς ἀνθρώποις ἁ. φαίνεσθαι <i>UPZ</i> 110.77 (II a.C.), τῇ χρείᾳ D.S.3.15, ἁ. τῷ πάθει Gal.18(1).773, ἁ. λέγειν τοῖς παροῦσιν I.<i>AI</i> 6.10, ἑκατέρῳ τε χρώμεθα ἁ. Iambl.l.c., c. gen. ἁ. δὲ τῶν φιλοσόφων ἐπιγράφει Sch.Ar.l.c.
}}
{{elru
|elrutext='''ἁρμοζόντως:''' соответственно, сообразно (τῇ χρείᾳ τινός Diod.).
}}
}}

Revision as of 17:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁρμοζόντως Medium diacritics: ἁρμοζόντως Low diacritics: αρμοζόντως Capitals: ΑΡΜΟΖΟΝΤΩΣ
Transliteration A: harmozóntōs Transliteration B: harmozontōs Transliteration C: armozontos Beta Code: a(rmozo/ntws

English (LSJ)

   A suitably, χρείᾳ τινῶν D.S.3.15, cf.SIG559.10(iii B. C.), BGU1060.31 (i B. C.); τοῖς παροῦσι J.AJ6.1.2; τῷ πάθει Gal.18(1).773; Att. ἁρμοττόντως Ph.Bel.82.4, Iamb.Comm.Math.17, Sch.Ar. Nu.253.

Greek (Liddell-Scott)

ἁρμοζόντως: ἐπίρρ. μετοχ. ἐνεστ. τοῦ ἁρμόζω, ἁρμοδίως, Διόδ. 3. 15· ὁ τύπος ἁρμοττόντως ἀπαντᾷ ἐν Φίλωνι Βελοπ. 82.

Spanish (DGE)

• Alolema(s): át. ἁρμοττόντως Ph.Mech.82.4, Iambl.Comm.Math.17, Sch.Ar.Nu.253
adv. convenientemente, de modo adecuado c. dat. ἁ. τοῖς ὑπάρχουσι τόποις Ph.l.c., ἁρμοζόντοις (sic) τοῖς ἰν τοῖ<ς> ψαφίσματι γεγραμμένοις IM 38.10 (III a.C.), τοῖς ἀνθρώποις ἁ. φαίνεσθαι UPZ 110.77 (II a.C.), τῇ χρείᾳ D.S.3.15, ἁ. τῷ πάθει Gal.18(1).773, ἁ. λέγειν τοῖς παροῦσιν I.AI 6.10, ἑκατέρῳ τε χρώμεθα ἁ. Iambl.l.c., c. gen. ἁ. δὲ τῶν φιλοσόφων ἐπιγράφει Sch.Ar.l.c.

Russian (Dvoretsky)

ἁρμοζόντως: соответственно, сообразно (τῇ χρείᾳ τινός Diod.).