Αὐτομέδων: Difference between revisions
From LSJ
(3) |
(1b) |
||
Line 13: | Line 13: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Αὐτομέδων:''' -οντος, ὁ, αυτός που κυβερνά τον εαυτό του, όνομα του ηνίοχου του Αχιλλέα, σε Ομήρ. Ιλ. | |lsmtext='''Αὐτομέδων:''' -οντος, ὁ, αυτός που κυβερνά τον εαυτό του, όνομα του ηνίοχου του Αχιλλέα, σε Ομήρ. Ιλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Αὐτομέδων:''' οντος ὁ Автомедонт (возница Ахилла) Hom. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:40, 31 December 2018
Greek (Liddell-Scott)
Αὐτομέδων: -οντος, ὁ, ὁ αὐτὸς ἑαυτὸν κυβερνῶν, ὄνομα τοῦ ἡνιόχου τοῦ Ἀχιλλέως, Ἰλ. ― κλητ. ὦ Αὐτόμεδον, ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 157.
French (Bailly abrégé)
οντος (ὁ) :
Automédon :
1 cocher d’Achille;
2 autres.
Étymologie: αὐτός, μέδω.
English (Autenrieth)
son of Diōres, charioteer of Achilles, Il. 17.536, Il. 16.145.
Spanish (DGE)
-οντος, ὁ
Automedonte
I mit.
1 auriga de Aquiles y de Neoptólemo Il.9.209, 17.429, Q.S.9.225.
2 pretendiente de Hipodamía, muerto por Enomao, Hes.Fr.259a.
3 personaje de la Blemiomaquia, Blemyom.16.
II 1tirano de Eretria, IV a.C., D.9.58.
2 poeta epigramático de Cízico AP 4.2, 11.29, Autom., I.
Greek Monotonic
Αὐτομέδων: -οντος, ὁ, αυτός που κυβερνά τον εαυτό του, όνομα του ηνίοχου του Αχιλλέα, σε Ομήρ. Ιλ.
Russian (Dvoretsky)
Αὐτομέδων: οντος ὁ Автомедонт (возница Ахилла) Hom.