Μέδουσα: Difference between revisions

From LSJ

Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fidesVertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht

Menander, Monostichoi, 115
(24)
 
(3)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[Μέδουσα]], -ης)<br />[[τέρας]] της ελληνικής μυθολογίας, μια από τις [[τρεις]] Γοργόνες, της οποίας το [[κεφάλι]] και [[ιδίως]] το [[βλέμμα]] είχε απολιθωτική [[δύναμη]] [[εναντίον]] εκείνου που το αντίκρυζε<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «Μέδουσας [[κεφαλή]]»<br /><b>ιατρ.</b> [[διεύρυνση]] και [[οφιοειδής]] [[πορεία]] τών περιομφαλικών φλεβών του κοιλιακού τοιχώματος [[κατά]] την [[κίρρωση]] του [[ήπατος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. της μτχ. ενεστ. του [[μέδω]]].
|mltxt=η (Α [[Μέδουσα]], -ης)<br />[[τέρας]] της ελληνικής μυθολογίας, μια από τις [[τρεις]] Γοργόνες, της οποίας το [[κεφάλι]] και [[ιδίως]] το [[βλέμμα]] είχε απολιθωτική [[δύναμη]] [[εναντίον]] εκείνου που το αντίκρυζε<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «Μέδουσας [[κεφαλή]]»<br /><b>ιατρ.</b> [[διεύρυνση]] και [[οφιοειδής]] [[πορεία]] τών περιομφαλικών φλεβών του κοιλιακού τοιχώματος [[κατά]] την [[κίρρωση]] του [[ήπατος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. της μτχ. ενεστ. του [[μέδω]]].
}}
{{elru
|elrutext='''Μέδουσα:''' дор. [[Μέδοισα]] ἡ [part. praes. к [[μέδω]] Медуза (одна из трех сестер Горгон) Hes., Pind. etc.
}}
}}

Revision as of 23:48, 31 December 2018

Greek Monolingual

η (Α Μέδουσα, -ης)
τέρας της ελληνικής μυθολογίας, μια από τις τρεις Γοργόνες, της οποίας το κεφάλι και ιδίως το βλέμμα είχε απολιθωτική δύναμη εναντίον εκείνου που το αντίκρυζε
νεοελλ.
φρ. «Μέδουσας κεφαλή»
ιατρ. διεύρυνση και οφιοειδής πορεία τών περιομφαλικών φλεβών του κοιλιακού τοιχώματος κατά την κίρρωση του ήπατος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. της μτχ. ενεστ. του μέδω].

Russian (Dvoretsky)

Μέδουσα: дор. Μέδοισα ἡ [part. praes. к μέδω Медуза (одна из трех сестер Горгон) Hes., Pind. etc.