οἰωνοσκοπία: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἐμόν γ' ἐμοὶ λέγεις ὄναρ → you are telling me what I know already, you are telling me my own dream

Source
(28)
(3b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[οἰωνοσκοπία]]) [[οιωνοσκόπος]]<br />[[κλάδος]] της μαντικής που βασιζόταν στην [[παρατήρηση]] τών οιωνών για την [[πρόβλεψη]] όσων πρόκειται να συμβούν.
|mltxt=η (Α [[οἰωνοσκοπία]]) [[οιωνοσκόπος]]<br />[[κλάδος]] της μαντικής που βασιζόταν στην [[παρατήρηση]] τών οιωνών για την [[πρόβλεψη]] όσων πρόκειται να συμβούν.
}}
{{elru
|elrutext='''οἰωνοσκοπία:''' ἡ птицегадание Plut.
}}
}}

Revision as of 01:04, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰωνοσκοπία Medium diacritics: οἰωνοσκοπία Low diacritics: οιωνοσκοπία Capitals: ΟΙΩΝΟΣΚΟΠΙΑ
Transliteration A: oiōnoskopía Transliteration B: oiōnoskopia Transliteration C: oionoskopia Beta Code: oi)wnoskopi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A augury, D.H.3.47.

Greek (Liddell-Scott)

οἰωνοσκοπία: ἡ, τὸ ἔργον, ἡ ἀσχολία τοῦ οἰωνοσκόπου, Διον. Ἁλ. 3. 47, 70.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
fonction d’augure ; observation que font les augures.
Étymologie: οἰωνοσκόπος.

Greek Monolingual

η (Α οἰωνοσκοπία) οιωνοσκόπος
κλάδος της μαντικής που βασιζόταν στην παρατήρηση τών οιωνών για την πρόβλεψη όσων πρόκειται να συμβούν.

Russian (Dvoretsky)

οἰωνοσκοπία: ἡ птицегадание Plut.