Πύθιον: Difference between revisions

From LSJ

τύχας ὀνησίμους γαίας ἐξαμβρῦσαιcause happiness to spring forth from the earth

Source
(6)
(4)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Πύθιον:''' [ῡ], τό ([[Πυθώ]]), ο [[ναός]] του Πυθικού Απόλλωνα στους Δελφούς, σε Θουκ.
|lsmtext='''Πύθιον:''' [ῡ], τό ([[Πυθώ]]), ο [[ναός]] του Πυθικού Απόλλωνα στους Δελφούς, σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''Πύθιον:''' τό Пифий (храм Аполлона в Пифо или в Дельфах) Thuc.
}}
}}

Revision as of 03:12, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Πύθιον Medium diacritics: Πύθιον Low diacritics: Πύθιον Capitals: ΠΥΘΙΟΝ
Transliteration A: Pýthion Transliteration B: Pythion Transliteration C: Pythion Beta Code: *pu/qion

English (LSJ)

[ῡ], τό,

   A temple of the Pythian Apollo at Athens, IG12.188.64, Th.2.15, Str.9.2.11, Paus.9.35.7; at Poeessa, IG12(5).1100 (v/iv B.C.).

Greek (Liddell-Scott)

Πύθιον: [ῡ], τό, ὁ ναὸς τοῦ Ἀπόλλωνος ἐν Πυθοῖ ἢ Δελφοῖς, Θουκ. 2. 15, Στράβ. 404· καὶ ἐν ἄλλοις τόποις, Παυσ. 9. 35, 7, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
le sanctuaire d’Apollon à Pythô ou Delphes.
Étymologie: Πυθώ.

Greek Monolingual

τὸ, Α
ναός του Πυθίου Απόλλωνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. πύθιος].

Greek Monotonic

Πύθιον: [ῡ], τό (Πυθώ), ο ναός του Πυθικού Απόλλωνα στους Δελφούς, σε Θουκ.

Russian (Dvoretsky)

Πύθιον: τό Пифий (храм Аполлона в Пифо или в Дельфах) Thuc.