οἰνών: Difference between revisions

From LSJ

Ζήτει σεαυτῷ καταλιπεῖν εὐδοξίαν → Tibi studeto gloriam relinquere → Dir guten Ruf zu hinterlassen sei bemüht

Menander, Monostichoi, 187
(3b)
m (Text replacement - "˙" to "·")
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''οἰνών''': -ῶνος, ὁ, [[ἀποθήκη]] οἴνου, «κελλᾶρι», «ὑπόγειον», Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 6, Συλλ. Ἐπιγρ. 123. οἰνοπωλεῖον, Ἀθην. 519D˙ [[οἰνεών]], Γεωπ. 7. 7, πρβλ. Λοβεκ. Φρύνιχ. 166.
|lstext='''οἰνών''': -ῶνος, ὁ, [[ἀποθήκη]] οἴνου, «κελλᾶρι», «ὑπόγειον», Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 6, Συλλ. Ἐπιγρ. 123. οἰνοπωλεῖον, Ἀθην. 519D· [[οἰνεών]], Γεωπ. 7. 7, πρβλ. Λοβεκ. Φρύνιχ. 166.
}}
}}
{{bailly
{{bailly

Revision as of 19:33, 6 January 2019

Greek (Liddell-Scott)

οἰνών: -ῶνος, ὁ, ἀποθήκη οἴνου, «κελλᾶρι», «ὑπόγειον», Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 6, Συλλ. Ἐπιγρ. 123. 9· οἰνοπωλεῖον, Ἀθην. 519D· οἰνεών, Γεωπ. 7. 7, 6· πρβλ. Λοβεκ. Φρύνιχ. 166.

French (Bailly abrégé)

ῶνος (ὁ) :
cellier pour le vin.
Étymologie: οἶνος.

Greek Monotonic

οἰνών: -ῶνος, ὁ (οἶνος), κελάρι για φύλαξη κρασιού, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

οἰνών: ῶνος ὁ винный погреб Xen.