επίλαμπρος: Difference between revisions

From LSJ

αἴθ' ἔγω, χρυσοστέφαν' Ἀφρόδιτα, τόνδε τὸν πάλον λαχοίην (Sappho, fr. 33 L-P) → Oh gold-crowned Aphrodite, if only this winning lot could fall to me

Source
(13)
 
m (Text replacement - "———————— " to "<br />")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />ο<br />ορθόπτερο [[έντομο]] της οικογένειας τών βλαττιδών.———————— <b>(II)</b><br />[[ἐπίλαμπρος]], -ον (Α)<br />[[λαμπρότατος]], [[ένδοξος]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />ο<br />ορθόπτερο [[έντομο]] της οικογένειας τών βλαττιδών.<br /><b>(II)</b><br />[[ἐπίλαμπρος]], -ον (Α)<br />[[λαμπρότατος]], [[ένδοξος]].
}}
}}

Latest revision as of 12:15, 8 January 2019

Greek Monolingual

(I)
ο
ορθόπτερο έντομο της οικογένειας τών βλαττιδών.
(II)
ἐπίλαμπρος, -ον (Α)
λαμπρότατος, ένδοξος.