άρτησις: Difference between revisions

From LSJ

ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. Καὶ ἔτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι (1 Corinthians 12:31) → But go ahead and strive for the greater gifts. And I'm about to show you a still more excellent way.

Source
(6)
 
m (Text replacement - "———————— " to "<br />")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[ἄρτησις]], η (Α) [[αρτώ]]<br />η [[εξάρτηση]], το [[κρέμασμα]].———————— <b>(II)</b><br />[[ἄρτησις]], η (Α) [[αρτέομαι]]<br />τα εξαρτήματα, ο [[εξοπλισμός]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[ἄρτησις]], η (Α) [[αρτώ]]<br />η [[εξάρτηση]], το [[κρέμασμα]].<br /><b>(II)</b><br />[[ἄρτησις]], η (Α) [[αρτέομαι]]<br />τα εξαρτήματα, ο [[εξοπλισμός]].
}}
}}

Latest revision as of 12:33, 8 January 2019

Greek Monolingual

(I)
ἄρτησις, η (Α) αρτώ
η εξάρτηση, το κρέμασμα.
(II)
ἄρτησις, η (Α) αρτέομαι
τα εξαρτήματα, ο εξοπλισμός.