Προμήθειος: Difference between revisions

From LSJ

πλέομεν δ' ἐπὶ οἴνοπα πόντον → we're sailing upon the wine-dark sea

Source
(4)
(1b)
Line 7: Line 7:
{{elru
{{elru
|elrutext='''Προμήθειος:''' прометеевский Anth.
|elrutext='''Προμήθειος:''' прометеевский Anth.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[Προμήθειος]], η, ον [[Προμηθεύς]]<br /><b class="num">I.</b> Promethean, Anth.<br /><b class="num">II.</b>
}}
}}

Revision as of 00:55, 10 January 2019

Greek (Liddell-Scott)

Προμήθειος: -α, -ον, ἢ ος, ον, ὁ εἰς τὸν Προμηθέα ἀνήκων, Ἀνθ. Π. 6. 100. Νικ. Ἀλεξιφ. 273, κτλ. ΙΙ. Προμήθεια, τά, ἡ ἑορτὴ τοῦ Προμηθέως, Λυσί. 161 ἐν τέλ., Ξεν. Ἀθην. 3, 4· κατὰ τὸν Meisterh 243 Προμήθια, τά, οὐχὶ Προμήθεια.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
de Prométhée ; τὰ Προμήθεια XÉN fêtes de Prométhée.
Étymologie: Προμηθεύς.

Russian (Dvoretsky)

Προμήθειος: прометеевский Anth.

Middle Liddell

Προμήθειος, η, ον Προμηθεύς
I. Promethean, Anth.
II.