σπερνός: Difference between revisions
From LSJ
(38) |
m (Text replacement - "<i>ο [[" to "ο [[") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό, Ν<br /><b>1.</b> [[εσπερινός]], [[βραδινός]]<br /><b>2.</b> (το αρσ. ή το ουδ. ως ουσ.) | |mltxt=-ή, -ό, Ν<br /><b>1.</b> [[εσπερινός]], [[βραδινός]]<br /><b>2.</b> (το αρσ. ή το ουδ. ως ουσ.) ο [[σπερνός]] ή <i>το σπερνό</i><br />η [[ακολουθία]] του εσπερινού<br /><b>3.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα σπερνά</i><br />α) τα [[κόλλυβα]] [[νεκρών]]<br />β) βρασμένο [[σιτάρι]], διακοσμημένο σαν τα [[κόλλυβα]] [[προς]] τιμήν ορισμένων αγίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[εσπερινός]], με σίγηση του αρκτικού -<i>ε</i>- και [[συγκοπή]] του -<i>ι</i>]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:15, 14 January 2019
Greek Monolingual
-ή, -ό, Ν
1. εσπερινός, βραδινός
2. (το αρσ. ή το ουδ. ως ουσ.) ο σπερνός ή το σπερνό
η ακολουθία του εσπερινού
3. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα σπερνά
α) τα κόλλυβα νεκρών
β) βρασμένο σιτάρι, διακοσμημένο σαν τα κόλλυβα προς τιμήν ορισμένων αγίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εσπερινός, με σίγηση του αρκτικού -ε- και συγκοπή του -ι].