μίλημα: Difference between revisions

From LSJ

οὔτε σοφίας ἐνδείᾳ οὔτ' αἰσχύνης περιουσίᾳ → neither from lack of knowledge nor from superfluity of modesty

Source
(25)
 
m (Text replacement - ">" to ">")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το<br />η [[ομιλία]], η [[μιλιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὁμίλημα]], με σίγηση του αρκτικού άτονου <i>ο</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> [[ὀμμάτιον]] &GT; [[μάτι]]].
|mltxt=το<br />η [[ομιλία]], η [[μιλιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὁμίλημα]], με σίγηση του αρκτικού άτονου <i>ο</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> [[ὀμμάτιον]] > [[μάτι]]].
}}
}}

Revision as of 15:20, 15 January 2019

Greek Monolingual

το
η ομιλία, η μιλιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁμίλημα, με σίγηση του αρκτικού άτονου ο- (πρβλ. ὀμμάτιον > μάτι].