Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ουρανόχρους: Difference between revisions

From LSJ

Ξενία χαλεπὴ κατὰ πολλοὺς τρόπους → Gravis res multimodis peregrinatio → Die Fremde (Gastfreundschaft) ist in vieler Hinsicht eine Last

Menander, Monostichoi, 395
(30)
 
mNo edit summary
Line 2: Line 2:
|mltxt=-ουν (Α οὐρανόχρους, -ουν και -οος, -οον και οὐρανόχρως, -ων)<br />αυτός που έχει το [[χρώμα]] ή τη [[φωτεινότητα]] του ουρανού, [[γαλάζιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ουρανο</i>- <span style="color: red;">+</span> [[χρώς]], [[χροός]] «[[επιδερμίδα]]» (<b>πρβλ.</b> <i>θαλασσό</i>-<i>χρους</i>)].
|mltxt=-ουν (Α οὐρανόχρους, -ουν και -οος, -οον και οὐρανόχρως, -ων)<br />αυτός που έχει το [[χρώμα]] ή τη [[φωτεινότητα]] του ουρανού, [[γαλάζιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ουρανο</i>- <span style="color: red;">+</span> [[χρώς]], [[χροός]] «[[επιδερμίδα]]» (<b>πρβλ.</b> <i>θαλασσό</i>-<i>χρους</i>)].
}}
}}
==English==
[[sky-coloured]], [[sky-colored]]

Revision as of 10:54, 27 January 2019

Greek Monolingual

-ουν (Α οὐρανόχρους, -ουν και -οος, -οον και οὐρανόχρως, -ων)
αυτός που έχει το χρώμα ή τη φωτεινότητα του ουρανού, γαλάζιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ουρανο- + χρώς, χροός «επιδερμίδα» (πρβλ. θαλασσό-χρους)].

English

sky-coloured, sky-colored