κυκύιζα: Difference between revisions

From LSJ

ὁ μὴ πεπλευκὼς οὐδὲν ἑόρακεν κακόν → anyone who hasn't sailed has never seen trouble

Source
(2)
(2a)
Line 4: Line 4:
{{etym
{{etym
|etymtx=Meaning: <b class="b3">γλυκεῖα κολόκυντα</b> and <b class="b3">κύκυον τὸν σικυόν</b> H.<br />See also: s. <b class="b3">σίκυος</b>.
|etymtx=Meaning: <b class="b3">γλυκεῖα κολόκυντα</b> and <b class="b3">κύκυον τὸν σικυόν</b> H.<br />See also: s. <b class="b3">σίκυος</b>.
}}
{{FriskDe
|ftr='''κυκύιζα''': {kukúiza}<br />'''Meaning''': [[γλυκεῖα]] [[κολόκυντα]] und [[κύκυον]]· τὸν σικυόν H.,<br />'''See also''': s. [[σίκυος]].<br />'''Page''' 2,46
}}
}}

Revision as of 13:40, 2 October 2019

Greek Monolingual

κυκύϊζα (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «γλυκεῑα κολόκυντα».
[ΕΤΥΜΟΛ. Οι γλώσσες του Ησυχίου κυκύϊζα και κύκυον είναι αβέβαιης ετυμολ. Προβληματική η σύνδεσή τους με το σικυός «αγγούρι». Κατ' άλλη άποψη, συνδέονται με το λατ. cucumis «αγγούρι»].

Frisk Etymological English

Meaning: γλυκεῖα κολόκυντα and κύκυον τὸν σικυόν H.
See also: s. σίκυος.

Frisk Etymology German

κυκύιζα: {kukúiza}
Meaning: γλυκεῖα κολόκυντα und κύκυον· τὸν σικυόν H.,
See also: s. σίκυος.
Page 2,46