Προμήθειος: Difference between revisions

From LSJ

Πρᾶττε τὰ σαυτοῦ, μὴ τὰ τῶν ἄλλων φρόνει → Tuas res age; alienas ne curaveris → Tu deine Pflicht, um die der andren sorg' dich nicht

Menander, Monostichoi, 448
(1b)
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
|Full diacritics=Προμήθειος
|Medium diacritics=Προμήθειος
|Low diacritics=Προμήθειος
|Capitals=ΠΡΟΜΗΘΕΙΟΣ
|Transliteration A=Promḗtheios
|Transliteration B=Promētheios
|Transliteration C=Promitheios
|Beta Code=*promh/qeios
|Definition=α, ον, or ος, ον, [[Promethean]], πυρικλοπίη AP 6.100 (Crin.), cf. Nic. Al. 273, etc. βοτάνη Προμήθειος καλουμένη Ps.-Plu. Fluv. 5.4. [[Προμήθεια]], τά, [[festival of Prometheus]], Lys. 21.3, X. Ath. 3.4 ; [[Προμήθια]], IG1². 84.37, 2².1138.11.
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''Προμήθειος''': -α, -ον, ἢ ος, ον, ὁ εἰς τὸν Προμηθέα ἀνήκων, Ἀνθ. Π. 6. 100. Νικ. Ἀλεξιφ. 273, κτλ. ΙΙ. Προμήθεια, τά, ἡ ἑορτὴ τοῦ Προμηθέως, Λυσί. 161 ἐν τέλ., Ξεν. Ἀθην. 3, 4· κατὰ τὸν Meisterh 243 Προμήθια, τά, οὐχὶ Προμήθεια.
|lstext='''Προμήθειος''': -α, -ον, ἢ ος, ον, ὁ εἰς τὸν Προμηθέα ἀνήκων, Ἀνθ. Π. 6. 100. Νικ. Ἀλεξιφ. 273, κτλ. ΙΙ. Προμήθεια, τά, ἡ ἑορτὴ τοῦ Προμηθέως, Λυσί. 161 ἐν τέλ., Ξεν. Ἀθην. 3, 4· κατὰ τὸν Meisterh 243 Προμήθια, τά, οὐχὶ Προμήθεια.
Line 7: Line 18:
{{elru
{{elru
|elrutext='''Προμήθειος:''' прометеевский Anth.
|elrutext='''Προμήθειος:''' прометеевский Anth.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[Προμήθειος]], η, ον [[Προμηθεύς]]<br /><b class="num">I.</b> Promethean, Anth.<br /><b class="num">II.</b>
}}
}}

Revision as of 15:32, 7 November 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Προμήθειος Medium diacritics: Προμήθειος Low diacritics: Προμήθειος Capitals: ΠΡΟΜΗΘΕΙΟΣ
Transliteration A: Promḗtheios Transliteration B: Promētheios Transliteration C: Promitheios Beta Code: *promh/qeios

English (LSJ)

α, ον, or ος, ον, Promethean, πυρικλοπίη AP 6.100 (Crin.), cf. Nic. Al. 273, etc. βοτάνη Προμήθειος καλουμένη Ps.-Plu. Fluv. 5.4. Προμήθεια, τά, festival of Prometheus, Lys. 21.3, X. Ath. 3.4 ; Προμήθια, IG1². 84.37, 2².1138.11.

Greek (Liddell-Scott)

Προμήθειος: -α, -ον, ἢ ος, ον, ὁ εἰς τὸν Προμηθέα ἀνήκων, Ἀνθ. Π. 6. 100. Νικ. Ἀλεξιφ. 273, κτλ. ΙΙ. Προμήθεια, τά, ἡ ἑορτὴ τοῦ Προμηθέως, Λυσί. 161 ἐν τέλ., Ξεν. Ἀθην. 3, 4· κατὰ τὸν Meisterh 243 Προμήθια, τά, οὐχὶ Προμήθεια.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
de Prométhée ; τὰ Προμήθεια XÉN fêtes de Prométhée.
Étymologie: Προμηθεύς.

Russian (Dvoretsky)

Προμήθειος: прометеевский Anth.