Μόρος: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
(3)
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. [[Μόρα]] (Μ [[Μόρος]])<br />[[Άραβας]] και, γενικά, Βορειοαφρικανός ή [[Ισπανός]] αραβικής καταγωγής, Μαύρος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> ιταλ. <i>Μoro</i>].
|mltxt=ο, θηλ. [[Μόρα]] (Μ [[Μόρος]])<br />[[Άραβας]] και, γενικά, Βορειοαφρικανός ή [[Ισπανός]] αραβικής καταγωγής, Μαύρος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> ιταλ. <i>Μoro</i>].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''Μόρος:''' ὁ Мор (сын Ночи) Hes.
|elrutext='''Μόρος:''' ὁ Мор (сын Ночи) Hes.
}}
}}

Revision as of 21:35, 29 December 2020

Greek Monolingual

ο, θηλ. ΜόραΜόρος)
Άραβας και, γενικά, Βορειοαφρικανός ή Ισπανός αραβικής καταγωγής, Μαύρος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ιταλ. Μoro].

Russian (Dvoretsky)

Μόρος: ὁ Мор (сын Ночи) Hes.