αιματοστάτης: Difference between revisions
From LSJ
Βέβαιος ἴσθι καὶ βεβαίοις χρῶ φίλοις → Constans ubique sis, amicis maxime → Auf dich und auch auf deine Freunde sei Verlass
(1) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ή αιμοστάτης και ματοστάτης, ο<br />[[αιματόπετρα]], [[ημιπολύτιμος]] [[λίθος]] ([[ποικιλία]] του αιματίτη).<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=ή αιμοστάτης και ματοστάτης, ο<br />[[αιματόπετρα]], [[ημιπολύτιμος]] [[λίθος]] ([[ποικιλία]] του αιματίτη).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αίμα]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> -[[στάτης]] <span style="color: red;"><</span> ρ. [[στέκω]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[αιματοστάτι]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 22:40, 29 December 2020
Greek Monolingual
ή αιμοστάτης και ματοστάτης, ο
αιματόπετρα, ημιπολύτιμος λίθος (ποικιλία του αιματίτη).
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αίμα, -ατος + -στάτης < ρ. στέκω.
ΠΑΡ. αιματοστάτι].