ακτοφύλακας: Difference between revisions

From LSJ

κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel

Menander, Monostichoi, 226
(2)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(και ακτοφύλαξ, -ακος), ο<br /><b>1.</b> [[φύλακας]], [[φρουρός]] της ακτής<br /><b>2.</b> αυτός που ανήκει στη [[δύναμη]] της ακτοφυλακής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ακτή]] <span style="color: red;">+</span> [[φύλακας]]].
|mltxt=(και ακτοφύλαξ, -ακος), ο<br /><b>1.</b> [[φύλακας]], [[φρουρός]] της ακτής<br /><b>2.</b> αυτός που ανήκει στη [[δύναμη]] της ακτοφυλακής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ακτή]] <span style="color: red;">+</span> [[φύλακας]]].
}}
}}

Latest revision as of 23:00, 29 December 2020

Greek Monolingual

(και ακτοφύλαξ, -ακος), ο
1. φύλακας, φρουρός της ακτής
2. αυτός που ανήκει στη δύναμη της ακτοφυλακής.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ακτή + φύλακας].