πενθερίδης: Difference between revisions

From LSJ

κορυφαῖον τέλος τῶν πραγμάτων → crowning fulfilment of things

Source
(31)
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=πενθερίδης
|Medium diacritics=πενθερίδης
|Low diacritics=πενθερίδης
|Capitals=ΠΕΝΘΕΡΙΔΗΣ
|Transliteration A=pentherídēs
|Transliteration B=pentheridēs
|Transliteration C=pentheridis
|Beta Code=penqeri/dhs
|Definition=later for [[πενθεριδεύς]].
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πενθερίδης''': ὁ, ὁ τῆς γαμετῆς [[ἀδελφός]], [[γυναικάδελφος]], Θεοδώρη τ. τ. 1, σ. 522, κλ.
|lstext='''πενθερίδης''': ὁ, ὁ τῆς γαμετῆς [[ἀδελφός]], [[γυναικάδελφος]], Θεοδώρη τ. τ. 1, σ. 522, κλ.

Revision as of 10:45, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πενθερίδης Medium diacritics: πενθερίδης Low diacritics: πενθερίδης Capitals: ΠΕΝΘΕΡΙΔΗΣ
Transliteration A: pentherídēs Transliteration B: pentheridēs Transliteration C: pentheridis Beta Code: penqeri/dhs

English (LSJ)

later for πενθεριδεύς.

Greek (Liddell-Scott)

πενθερίδης: ὁ, ὁ τῆς γαμετῆς ἀδελφός, γυναικάδελφος, Θεοδώρη τ. τ. 1, σ. 522, κλ.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(δ. τ.) πενθεριδεύς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πενθερός κατά τα πατρωνυμικά σε -ίδης (πρβλ. Κρον-ίδης)].