ναυπηγώ: Difference between revisions

From LSJ

νὺξ βροτοῖσιν οὔτε κῆρες οὔτε πλοῦτος, ἀλλ' ἄφαρ βέβακε, τῷ δ' ἐπέρχεται χαίρειν τε καὶ στέρεσθαι → starry night abides not with men, nor tribulation, nor wealth; in a moment it is gone from us, and another hath his turn of gladness, and of bereavement | Starry night does not remain constant with men, nor does tribulation, nor wealth; in a moment it is gone from us, and to another in his turn come both gladness and bereavement

Source
(26)
 
m (Text replacement - "οῡμαι" to "οῦμαι")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(Α ναυπηγῶ, -έω) [[ναυπηγός]]<br />[[κατασκευάζω]] πλοία («ἐναυπηγοῡντο νεῶν στόλον», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />(το μέσ.) <i>ναυπηγοῡμαι</i>, -<i>έομαι</i><br />(μτφ) [[επινοώ]], [[μηχανώμαι]].
|mltxt=(Α ναυπηγῶ, -έω) [[ναυπηγός]]<br />[[κατασκευάζω]] πλοία («ἐναυπηγοῡντο νεῶν στόλον», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />(το μέσ.) <i>ναυπηγοῦμαι</i>, -<i>έομαι</i><br />(μτφ) [[επινοώ]], [[μηχανώμαι]].
}}
}}

Revision as of 16:35, 26 March 2021

Greek Monolingual

(Α ναυπηγῶ, -έω) ναυπηγός
κατασκευάζω πλοία («ἐναυπηγοῡντο νεῶν στόλον», Θουκ.)
αρχ.
(το μέσ.) ναυπηγοῦμαι, -έομαι
(μτφ) επινοώ, μηχανώμαι.