προανθώ: Difference between revisions

From LSJ

θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong

Source
(34)
 
m (Text replacement - "εῑν " to "εῖν ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-έω, Α [[ἀνθῶ]]<br /><b>1.</b> [[ανθίζω]] [[πριν]] από την [[εποχή]] μου («φαίνεται δὲ οὐδ' ἡ [[μηλέα]] προανθεῑν δι' ἰσχύν», Θεόφρ.)<br /><b>2.</b> [[ανθίζω]] [[πριν]] από την [[εμφάνιση]] τών φύλλων.
|mltxt=-έω, Α [[ἀνθῶ]]<br /><b>1.</b> [[ανθίζω]] [[πριν]] από την [[εποχή]] μου («φαίνεται δὲ οὐδ' ἡ [[μηλέα]] προανθεῖν δι' ἰσχύν», Θεόφρ.)<br /><b>2.</b> [[ανθίζω]] [[πριν]] από την [[εμφάνιση]] τών φύλλων.
}}
}}

Latest revision as of 20:25, 26 March 2021

Greek Monolingual

-έω, Α ἀνθῶ
1. ανθίζω πριν από την εποχή μου («φαίνεται δὲ οὐδ' ἡ μηλέα προανθεῖν δι' ἰσχύν», Θεόφρ.)
2. ανθίζω πριν από την εμφάνιση τών φύλλων.