ἀσπιδοχελώνη: Difference between revisions

From LSJ

στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμα → blood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound

Source
(b)
 
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />")
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0373.png Seite 373]] ἡ, Eustath., Schildkröte, s. [[ἀσπιδόεις]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0373.png Seite 373]] ἡ, Eustath., Schildkröte, s. [[ἀσπιδόεις]].
}}
{{ls
|lstext='''ἀσπιδοχελώνη''': ἡ, [[χελώνη]] ἀσπίδος ἔχουσα [[σχῆμα]], [[ὄνομα]] μυθικοῦ τινος θαλασσίου τέρατος παρὰ Βυζ. συγγραφ., ἴδε Εὐστ. ἐν Ἐξαημ. σ. 19, Μιχαὴλ Γλυκᾶ Χρον. σ. 36Β κλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ης, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> ἀσπιδοχελών, -ῶνος <i>Phys</i>.G 70.9<br />dud. [[áspid-tortuga]] monstruo marino fabuloso <i>Phys</i>.A 64.7, l.c., Eust.<i>Hex</i>.M.18.724D, Basil.M.30.824C.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀσπιδοχελώνη]], η (Μ)<br />μυθικό θαλασσινό [[τέρας]] (<b>Ευστ.</b>).
}}
}}

Latest revision as of 10:45, 20 July 2021

German (Pape)

[Seite 373] ἡ, Eustath., Schildkröte, s. ἀσπιδόεις.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσπιδοχελώνη: ἡ, χελώνη ἀσπίδος ἔχουσα σχῆμα, ὄνομα μυθικοῦ τινος θαλασσίου τέρατος παρὰ Βυζ. συγγραφ., ἴδε Εὐστ. ἐν Ἐξαημ. σ. 19, Μιχαὴλ Γλυκᾶ Χρον. σ. 36Β κλ.

Spanish (DGE)

-ης, ἡ
• Alolema(s): ἀσπιδοχελών, -ῶνος Phys.G 70.9
dud. áspid-tortuga monstruo marino fabuloso Phys.A 64.7, l.c., Eust.Hex.M.18.724D, Basil.M.30.824C.

Greek Monolingual

ἀσπιδοχελώνη, η (Μ)
μυθικό θαλασσινό τέρας (Ευστ.).