ιγδίον: Difference between revisions

From LSJ

Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge

Source
(17)
 
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=τὸ (ΑΜ [[ἰγδίον]] Μ και ἰγδίν)<br />το [[γουδί]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποκορ. του ουσ. <i>ιγδίς</i>. από τον τ. [[ιγδίον]] προήλθε ο νεοελλ. τ. [[γουδί]]].
|mltxt=τὸ (ΑΜ [[ἰγδίον]] Μ και [[ἰγδίν]])<br />το [[γουδί]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποκορ. του ουσ. <i>ιγδίς</i>. από τον τ. [[ιγδίον]] προήλθε ο νεοελλ. τ. [[γουδί]]].
}}
}}

Latest revision as of 16:35, 4 August 2021

Greek Monolingual

τὸ (ΑΜ ἰγδίον Μ και ἰγδίν)
το γουδί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. του ουσ. ιγδίς. από τον τ. ιγδίον προήλθε ο νεοελλ. τ. γουδί].