ιριδίδες: Difference between revisions

From LSJ

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
(18)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=οι<br />[[οικογένεια]] μονοκότυλων αγγειόσπερμων [[φυτών]] της τάξης ιριδώδη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> νεολατ. <i>iridaceae</i> <span style="color: red;"><</span> <i>irid</i>- του <i>iris</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[ίρις]], <i>ίριδος</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>aceae</i> (<b>[[πρβλ]].</b> -<i>ίδες</i>)].
|mltxt=οι<br />[[οικογένεια]] μονοκότυλων αγγειόσπερμων [[φυτών]] της τάξης ιριδώδη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. νεολατ. <i>iridaceae</i> <span style="color: red;"><</span> <i>irid</i>- του <i>iris</i> ([[πρβλ]]. [[ίρις]], <i>ίριδος</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>aceae</i> ([[πρβλ]]. -<i>ίδες</i>)].
}}
}}

Latest revision as of 10:01, 23 August 2021

Greek Monolingual

οι
οικογένεια μονοκότυλων αγγειόσπερμων φυτών της τάξης ιριδώδη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. iridaceae < irid- του iris (πρβλ. ίρις, ίριδος) + -aceae (πρβλ. -ίδες)].