λέξημα: Difference between revisions

From LSJ

Ἡ γὰρ σιωπὴ μαρτυρεῖ τὸ μὴ θέλειν → Hominem non velle significat silentium → Das Schweigen zeugt davon, dass der, der schweigt, nicht will

Menander, Monostichoi, 223
(22)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το<br />(όρος της δομικής σημασιολογίας) λεξιλογική [[μονάδα]] περιεχομένου (σημασίας) που δηλώνεται μονολεκτικά ([[σπίτι]], [[γράφω]], [[ψηλός]]) ή περιφραστικά (<i>εν τάξει</i>, <i>τήν πάτησε</i>, <i>όσο να πεις [[κύμινο]]) από το [[σύστημα]] μιας γλώσσας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>lexeme</i>].
|mltxt=το<br />(όρος της δομικής σημασιολογίας) λεξιλογική [[μονάδα]] περιεχομένου (σημασίας) που δηλώνεται μονολεκτικά ([[σπίτι]], [[γράφω]], [[ψηλός]]) ή περιφραστικά (<i>εν τάξει</i>, <i>τήν πάτησε</i>, <i>όσο να πεις [[κύμινο]]) από το [[σύστημα]] μιας γλώσσας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. αγγλ. <i>lexeme</i>].
}}
}}

Latest revision as of 14:15, 23 August 2021

Greek Monolingual

το
(όρος της δομικής σημασιολογίας) λεξιλογική μονάδα περιεχομένου (σημασίας) που δηλώνεται μονολεκτικά (σπίτι, γράφω, ψηλός) ή περιφραστικά (εν τάξει, τήν πάτησε, όσο να πεις κύμινο) από το σύστημα μιας γλώσσας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. lexeme].