λειψίφωτος: Difference between revisions

From LSJ

Ξενίας ἀεὶ φρόντιζε, μὴ καθυστέρει → Cura hospitalis esse nec in hoc sis piger → Sei stets auf Gastfreundschaft bedacht und säume nicht

Menander, Monostichoi, 396
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[λειψίφωτος]], -ον (AM)<br />αυτός που έχει αμυδρό, ελαττωμένο, άτονο φως.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λειψί</i>- (<b>βλ.</b> [[λείπω]]) <span style="color: red;">+</span> -<i>φωτος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>φῶς</i>), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ηλιό</i>-<i>φωτος</i>, [[κατά]]-<i>φωτος</i><br />σύνθετο του τύπου [[τερψίμβροτος]]].
|mltxt=[[λειψίφωτος]], -ον (AM)<br />αυτός που έχει αμυδρό, ελαττωμένο, άτονο φως.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λειψί</i>- (<b>βλ.</b> [[λείπω]]) <span style="color: red;">+</span> -<i>φωτος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>φῶς</i>), [[πρβλ]]. <i>ηλιό</i>-<i>φωτος</i>, [[κατά]]-<i>φωτος</i><br />σύνθετο του τύπου [[τερψίμβροτος]]].
}}
}}

Revision as of 14:20, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λειψῐφωτος Medium diacritics: λειψίφωτος Low diacritics: λειψίφωτος Capitals: ΛΕΙΨΙΦΩΤΟΣ
Transliteration A: leipsíphōtos Transliteration B: leipsiphōtos Transliteration C: leipsifotos Beta Code: leiyi/fwtos

English (LSJ)

ον, A waning, Paul.Al.M.4, Cat.Cod.Astr.8(2).107.13, al.:—also λειψῐ-φως, Vett.Val. 191.6, Eust.811.63; but ἥρωες… λιψόφωτες (sic) who have quitted the light of day, PMag.Par.1.1409.

Greek Monolingual

λειψίφωτος, -ον (AM)
αυτός που έχει αμυδρό, ελαττωμένο, άτονο φως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λειψί- (βλ. λείπω) + -φωτος (< φῶς), πρβλ. ηλιό-φωτος, κατά-φωτος
σύνθετο του τύπου τερψίμβροτος].