ψαρομάλλης: Difference between revisions

From LSJ

ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
(47c)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[ψαρόμαλλος]], ο, θηλ. ψαρομαλλούσα, Ν<br />γκριζομάλλης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ψαρός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>μάλλης</i>/ -<i>μαλλος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μαλλί]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>κοκκινο</i>-<i>μάλλης</i>].
|mltxt=και [[ψαρόμαλλος]], ο, θηλ. ψαρομαλλούσα, Ν<br />γκριζομάλλης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ψαρός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>μάλλης</i>/ -<i>μαλλος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μαλλί]]), [[πρβλ]]. <i>κοκκινο</i>-<i>μάλλης</i>].
}}
}}

Revision as of 15:40, 23 August 2021

Greek Monolingual

και ψαρόμαλλος, ο, θηλ. ψαρομαλλούσα, Ν
γκριζομάλλης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψαρός + -μάλλης/ -μαλλος (< μαλλί), πρβλ. κοκκινο-μάλλης].