λιποβαρής: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ' ἦν ἅπαντα τεταγμένα νόμων ἐπιταγαῖς → but all their acts were regulated by prescriptions set forth in laws

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές<br />[[ελλιπής]] [[κατά]] το [[βάρος]], αυτός που το [[βάρος]] του [[είναι]] μικρότερο του κανονικού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λιπ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>βαρής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[βαρύς]]), [[πρβλ]]. <i>γυιο</i>-<i>βαρής</i>, <i>ισο</i>-<i>βαρής</i>. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στην [[εφημερίδα]] <i>Εφημερίς</i>].
|mltxt=-ές<br />[[ελλιπής]] [[κατά]] το [[βάρος]], αυτός που το [[βάρος]] του [[είναι]] μικρότερο του κανονικού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λιπ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>βαρής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[βαρύς]]), [[πρβλ]]. [[γυιοβαρής]], [[ισοβαρής]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στην [[εφημερίδα]] <i>Εφημερίς</i>].
}}
}}

Latest revision as of 18:55, 23 August 2021

Greek Monolingual

-ές
ελλιπής κατά το βάρος, αυτός που το βάρος του είναι μικρότερο του κανονικού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λιπ(ο)- + -βαρής (< βαρύς), πρβλ. γυιοβαρής, ισοβαρής. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στην εφημερίδα Εφημερίς].