ιππίδιον: Difference between revisions

From LSJ

ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το (Α [[ἱππίδιον]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (υποκορ. του [[ίππος]]) [[μικρός]] [[ίππος]], ιππάριο, [[αλογάκι]]<br />2.<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] ψαριού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἵππος]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]] ([[πρβλ]]. <i>σφαιρ</i>-[[ίδιον]], <i>χοιρ</i>-[[ίδιον]])].
|mltxt=το (Α [[ἱππίδιον]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (υποκορ. του [[ίππος]]) [[μικρός]] [[ίππος]], ιππάριο, [[αλογάκι]]<br />2.<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] ψαριού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἵππος]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]] ([[πρβλ]]. [[σφαιρίδιον]], [[χοιρίδιον]])].
}}
}}

Latest revision as of 07:30, 24 August 2021

Greek Monolingual

το (Α ἱππίδιον)
νεοελλ.
1. (υποκορ. του ίππος) μικρός ίππος, ιππάριο, αλογάκι
2.
αρχ.
είδος ψαριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἵππος + υποκορ. κατάλ. -ίδιον (πρβλ. σφαιρίδιον, χοιρίδιον)].