αλογάκι

From LSJ

Οὐκ ἔστι λύπης χεῖρον ἀνθρώποις κακόν → Maerore nullum hominibus est peius malum → für Menschen gibt's kein größres Leid als Traurigkeit

Menander, Monostichoi, 414

Greek Monolingual

το άλογο
το μικρής ηλικίας ή μικρόσωμο άλογο
2. το ψάρι ιππόκαμπος, αλλ. αλογατάκι.