κραμβοκέφαλος: Difference between revisions

From LSJ

τότε λαλήσει πρὸς αὐτοὺς ἐν ὀργῇ αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ θυμῷ αὐτοῦ ταράξει αὐτούς → then shall he speak to them in his anger, and trouble them in his fury

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κραμβοκέφαλος]], -ον (Α)<br />αυτός που το [[κεφάλι]] του μοιάζει με [[κράμβη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κράμβη]] <span style="color: red;">+</span> -[[κέφαλος]] (<span style="color: red;"><</span> [[κεφαλή]]), [[πρβλ]]. <i>κριο</i>-[[κέφαλος]], <i>ριζο</i>-[[κέφαλος]].
|mltxt=[[κραμβοκέφαλος]], -ον (Α)<br />αυτός που το [[κεφάλι]] του μοιάζει με [[κράμβη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κράμβη]] <span style="color: red;">+</span> -[[κέφαλος]] (<span style="color: red;"><</span> [[κεφαλή]]), [[πρβλ]]. [[κριοκέφαλος]], [[ριζοκέφαλος]].
}}
}}

Latest revision as of 07:45, 24 August 2021

Greek Monolingual

κραμβοκέφαλος, -ον (Α)
αυτός που το κεφάλι του μοιάζει με κράμβη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κράμβη + -κέφαλος (< κεφαλή), πρβλ. κριοκέφαλος, ριζοκέφαλος.