θυννοσκοπεῖον: Difference between revisions

From LSJ

Πονηρὸν ἄνδρα μηδέποτε ποιοῦ φίλον (μηδέπω κτήσῃ φίλον) → Tibi numquam amicum facito moratum male → Nimm niemals einen schlechten Mann zum Freunde dir

Menander, Monostichoi, 453
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "πεῑον" to "πεῖον")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=θυννοσκοπεῑον, τὸ (Α) [[θυννοσκόπος]]<br />[[ψηλός]] [[τόπος]] απ' όπου παραμόνευαν τους τον(ν)ους.
|mltxt=θυννοσκοπεῖον, τὸ (Α) [[θυννοσκόπος]]<br />[[ψηλός]] [[τόπος]] απ' όπου παραμόνευαν τους τον(ν)ους.
}}
}}

Revision as of 10:21, 3 June 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θυννοσκοπεῖον Medium diacritics: θυννοσκοπεῖον Low diacritics: θυννοσκοπείον Capitals: ΘΥΝΝΟΣΚΟΠΕΙΟΝ
Transliteration A: thynnoskopeîon Transliteration B: thynnoskopeion Transliteration C: thynnoskopeion Beta Code: qunnoskopei=on

English (LSJ)

τό, A look-out to watch for shoals of tunnies, Str.5.2.6.

German (Pape)

[Seite 1225] τό, Ort, wo man dem Thunfische auflauert, Strab. V, 223.

Greek (Liddell-Scott)

θυννοσκοπεῖον: τό, τόπος ὑψηλὸς ἐξ οὗ παραμονεύουσι τοὺς θύννους, Στράβ. 223.

Greek Monolingual

θυννοσκοπεῖον, τὸ (Α) θυννοσκόπος
ψηλός τόπος απ' όπου παραμόνευαν τους τον(ν)ους.