ανιών: Difference between revisions
From LSJ
νύμφην τ' ἄνυμφον παρθένον τ' ἀπάρθενον → wife unwed and virgin that is no virgin | bride that is no bride, virgin that is virgin no more | virgin wife and widowed maid | unwed bride and ravished virgin
(4) |
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ούσα, -όν (AM ἀνιών, - | |mltxt=-ούσα, -όν (AM ἀνιών, -οῦσα, -όν) [[άνειμι]]<br />ο ανερχόμενος, αυτός που ανεβαίνει [[προς]] τα [[πάνω]]<br /><b>μσν.-νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ανιόντες]] ή [[ανιόντες]] συγγενείς</i><br />ο [[πατέρας]] και η [[μητέρα]], ο [[παππούς]] και η [[γιαγιά]], ο [[προπάππος]] και η [[προγιαγιά]]<br /><b>2.</b> <b>(Μουσ.)</b> [[ανιόντες]] χαρακτήρες</i> ή <i>ανιούσα [[κλίμαξ]]<br />τα φθογγό σημα που δείχνουν την [[ανάβαση]] από τους χαμηλότερους φθόγγους [[προς]] τους υψηλότερους<br /><b>νεοελλ.</b><br />το [[ανιόν]]<br />ιόν φορτισμένο αρνητικά [[κατά]] την ηλεκτρολυτική [[διάσπαση]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 19:58, 13 June 2022
Greek Monolingual
-ούσα, -όν (AM ἀνιών, -οῦσα, -όν) άνειμι
ο ανερχόμενος, αυτός που ανεβαίνει προς τα πάνω
μσν.-νεοελλ.
1. ανιόντες ή ανιόντες συγγενείς
ο πατέρας και η μητέρα, ο παππούς και η γιαγιά, ο προπάππος και η προγιαγιά
2. (Μουσ.) ανιόντες χαρακτήρες ή ανιούσα κλίμαξ
τα φθογγό σημα που δείχνουν την ανάβαση από τους χαμηλότερους φθόγγους προς τους υψηλότερους
νεοελλ.
το ανιόν
ιόν φορτισμένο αρνητικά κατά την ηλεκτρολυτική διάσπαση.