Πιερικός: Difference between revisions

From LSJ

ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful

Source
(1ba)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
Line 6: Line 6:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''Πῑερικός:''' пиерийский Her., Thuc.
|elrutext='''Πῑερικός:''' [[пиерийский]] Her., Thuc.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[Πιερικός]], ή, όν<br />of [[Pieria]], Hdt.
|mdlsjtxt=[[Πιερικός]], ή, όν<br />of [[Pieria]], Hdt.
}}
}}

Revision as of 12:40, 20 August 2022

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
de Piérie.
Étymologie: Πιερία.

Greek Monotonic

Πιερικός: -ή, -όν, αυτός που προέρχεται ή ανήκει στην Πιερία, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

Πῑερικός: пиерийский Her., Thuc.

Middle Liddell

Πιερικός, ή, όν
of Pieria, Hdt.