συνεκφώνηση: Difference between revisions
From LSJ
Μισῶ πονηρόν, χρηστὸν ὅταν εἴπῃ λόγον → Cum recta fatur, improbum odi maxime → Den Schlechten hass' ich, wenn ein gutes Wort er spricht
(39) |
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η / [[συνεκφώνησις]], -ήσεως, ΝΜΑ [[συνεκφωνῶ]]<br />ταυτόχρονη [[εκφώνηση]], [[συνεκφορά]] (α. «[[συνεκφώνηση]] φθόγγων» β. «ἂν γὰρ προαναφώνησίν τις εἴπῃ καὶ συνεκφώνησιν αἰτιάσηται», Κλήμ. Αλ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>γραμμ.</b> η [[συνίζηση]]. | |mltxt=η / [[συνεκφώνησις]], -ήσεως, ΝΜΑ [[συνεκφωνῶ]]<br />ταυτόχρονη [[εκφώνηση]], [[συνεκφορά]] (α. «[[συνεκφώνηση]] φθόγγων» β. «ἂν γὰρ προαναφώνησίν τις εἴπῃ καὶ συνεκφώνησιν αἰτιάσηται», Κλήμ. Αλ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>γραμμ.</b> η [[συνίζηση]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 20:07, 27 September 2022
Greek Monolingual
η / συνεκφώνησις, -ήσεως, ΝΜΑ συνεκφωνῶ
ταυτόχρονη εκφώνηση, συνεκφορά (α. «συνεκφώνηση φθόγγων» β. «ἂν γὰρ προαναφώνησίν τις εἴπῃ καὶ συνεκφώνησιν αἰτιάσηται», Κλήμ. Αλ.)
αρχ.
γραμμ. η συνίζηση.