ενδιάκειμαι: Difference between revisions
From LSJ
καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)
m (Text replacement - "ταῑς " to "ταῖς ") |
m (Text replacement - "εῑς" to "εῖς") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐνδιάκειμαι]] (Α)<br />[[είμαι]] τοποθετημένος σε [[κάτι]] («ἐνδιέκειντο δὲ ταῖς σχοινίσι... λίθοι | |mltxt=[[ἐνδιάκειμαι]] (Α)<br />[[είμαι]] τοποθετημένος σε [[κάτι]] («ἐνδιέκειντο δὲ ταῖς σχοινίσι... λίθοι πολυτελεῖς»). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:10, 13 October 2022
Greek Monolingual
ἐνδιάκειμαι (Α)
είμαι τοποθετημένος σε κάτι («ἐνδιέκειντο δὲ ταῖς σχοινίσι... λίθοι πολυτελεῖς»).