Diocletianus: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ὑπολέλειμμαι ἐγὼ μονώτατος, καὶ ζητοῦσι τὴν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν → and I, even I only, am left; and they seek my life, to take it away (1 Kings 19:14)

Source
(D_3)
mNo edit summary
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LaEn
|lnetxt=Diocletianus Diocletiani N M :: Diocletian; (Emperor 285-305)
}}
{{Lewis
{{Lewis
|lshtext=<b>Dĭoclētĭānus</b>: i, m., C. [[Aurelius]] [[Valerius]],<br /><b>I</b> a Roman [[emperor]] from 284-305 A. D., Aurel. Vict. Caes. 38; id. Epit. 39; Eutrop. 9, 13 sq.; [[before]] his [[accession]] to the [[throne]] named Diocles, Aur. Vict. Ep. 39.
|lshtext=<b>Dĭoclētĭānus</b>: i, m., C. [[Aurelius]] [[Valerius]],<br /><b>I</b> a Roman [[emperor]] from 284-305 A. D., Aurel. Vict. Caes. 38; id. Epit. 39; Eutrop. 9, 13 sq.; [[before]] his [[accession]] to the [[throne]] named Diocles, Aur. Vict. Ep. 39.
}}
}}
{{Gaffiot
{{Gaffiot
|gf=<b>Dĭŏclētĭānus</b>, ī, m., Dioclétien [empereur romain] : Aur. Vict. Cæs. 38 || <b>-us</b>, a, um, de Dioclétien : Treb. Tyr. 21, 7.
|gf=<b>Dĭŏclētĭānus</b>, ī, m., Dioclétien [empereur romain] : Aur. Vict. Cæs. 38 &#124;&#124; <b>-us</b>, a, um, de Dioclétien : Treb. Tyr. 21, 7.||<b>-us</b>, a, um, de Dioclétien : Treb. Tyr. 21, 7.
}}
{{Georges
|georg=Dioclētiānus, ī, m., vollst. C. [[Valerius]] [[Diocletianus]], geb. 245, gest. 313 n. Chr., röm. [[Kaiser]] [[von]] 284 [[bis]] 305 n. Chr. (wo er die Kaiserwürde [[freiwillig]] niederlegte), Aur. Vict. de Caes. 39 sqq. Eutr. 9, 19 sqq. – Dav. Dioclētiānus, a, um, diokletianisch, [[des]] Diokletian, [[thermae]], Treb. Poll. XXX tyr. 21, 7.
}}
{{wkpen
|wketx=[[Diocletian]] (/ˌdaɪ.əˈkliːʃən/; Latin: Gaius Aurelius Valerius [[Diocletianus]], Greek: [[Διοκλητιανός]]; c. 242/245 – 311/312), nicknamed Iovius, was Roman emperor from 284 until his abdication in 305. Born to a family of low status in the Roman Province of Dalmatia, and originally named Diocles, Diocletian rose through the ranks of the military early in his career, eventually becoming a cavalry commander for the army of Emperor Carus. After the deaths of Carus and his son Numerian on a campaign in Persia, Diocletian was proclaimed emperor by the troops. The title was also claimed by Carus's surviving son, Carinus, but Diocletian defeated him in the Battle of the Margus.
}}
{{wkpel
|wkeltx=Ο Διοκλητιανός πλήρες όνομα Γάιος Αυρήλιος Βαλέριος Διοκλητιανός ή Ιόβιος (242/245 - 311/312) ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας (284 - 305). Με καταγωγή από οικογένεια χαμηλής τάξης από την Ρωμαϊκή επαρχία της Δαλματίας το αρχικό του όνομα ήταν "Διοκλής", ανέβηκε ταχύτατα όλες τις στρατιωτικές τάξεις μέχρι που έγινε αρχηγός του ιππικού στον στρατό του αυτοκράτορα Κάρου. Όταν ο Κάρος και ο γιος του Νουμεριανός βρήκαν τον θάνατο σε εκστρατεία στην Περσία ο Διοκλητιανός ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας από τα στρατεύματα. Τον τίτλο διεκδίκησε και ο δεύτερος γιος του Κάρου Καρίνος αλλά ηττήθηκε από τον Διοκλητιανό στην Μάχη του ποταμού Μάργου. H κυβέρνηση του Διοκλητιανού σταθεροποίησε την αυτοκρατορία μετά την Κρίση του 3ου αιώνα, ο Μαξιμιανός πήρε τον τίτλο του Αυγούστου και διορίστηκε Συναυτοκράτορας (286). Ο Διοκλητιανός κυβέρνησε την Ανατολική, την μετέπειτα Βυζαντινή αυτοκρατορία και ο Μαξιμιανός την Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι μεταρρυθμίσεις προχώρησαν περισσότερο όταν διορίστηκαν δύο νέοι Συναυτοκράτορες ο Γαλέριος και ο Κωνστάντιος Α΄ Χλωρός με τον τίτλο του Καίσαρα, με την Τετραρχία κάθε Συναυτοκράτορας κατείχε το 1/4 της αυτοκρατορίας.
}}
}}

Latest revision as of 16:45, 6 November 2022

Latin > English

Diocletianus Diocletiani N M :: Diocletian; (Emperor 285-305)

Latin > English (Lewis & Short)

Dĭoclētĭānus: i, m., C. Aurelius Valerius,
I a Roman emperor from 284-305 A. D., Aurel. Vict. Caes. 38; id. Epit. 39; Eutrop. 9, 13 sq.; before his accession to the throne named Diocles, Aur. Vict. Ep. 39.

Latin > French (Gaffiot 2016)

Dĭŏclētĭānus, ī, m., Dioclétien [empereur romain] : Aur. Vict. Cæs. 38 || -us, a, um, de Dioclétien : Treb. Tyr. 21, 7.

Latin > German (Georges)

Dioclētiānus, ī, m., vollst. C. Valerius Diocletianus, geb. 245, gest. 313 n. Chr., röm. Kaiser von 284 bis 305 n. Chr. (wo er die Kaiserwürde freiwillig niederlegte), Aur. Vict. de Caes. 39 sqq. Eutr. 9, 19 sqq. – Dav. Dioclētiānus, a, um, diokletianisch, des Diokletian, thermae, Treb. Poll. XXX tyr. 21, 7.

Wikipedia EN

Diocletian (/ˌdaɪ.əˈkliːʃən/; Latin: Gaius Aurelius Valerius Diocletianus, Greek: Διοκλητιανός; c. 242/245 – 311/312), nicknamed Iovius, was Roman emperor from 284 until his abdication in 305. Born to a family of low status in the Roman Province of Dalmatia, and originally named Diocles, Diocletian rose through the ranks of the military early in his career, eventually becoming a cavalry commander for the army of Emperor Carus. After the deaths of Carus and his son Numerian on a campaign in Persia, Diocletian was proclaimed emperor by the troops. The title was also claimed by Carus's surviving son, Carinus, but Diocletian defeated him in the Battle of the Margus.

Wikipedia EL

Ο Διοκλητιανός πλήρες όνομα Γάιος Αυρήλιος Βαλέριος Διοκλητιανός ή Ιόβιος (242/245 - 311/312) ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας (284 - 305). Με καταγωγή από οικογένεια χαμηλής τάξης από την Ρωμαϊκή επαρχία της Δαλματίας το αρχικό του όνομα ήταν "Διοκλής", ανέβηκε ταχύτατα όλες τις στρατιωτικές τάξεις μέχρι που έγινε αρχηγός του ιππικού στον στρατό του αυτοκράτορα Κάρου. Όταν ο Κάρος και ο γιος του Νουμεριανός βρήκαν τον θάνατο σε εκστρατεία στην Περσία ο Διοκλητιανός ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας από τα στρατεύματα. Τον τίτλο διεκδίκησε και ο δεύτερος γιος του Κάρου Καρίνος αλλά ηττήθηκε από τον Διοκλητιανό στην Μάχη του ποταμού Μάργου. H κυβέρνηση του Διοκλητιανού σταθεροποίησε την αυτοκρατορία μετά την Κρίση του 3ου αιώνα, ο Μαξιμιανός πήρε τον τίτλο του Αυγούστου και διορίστηκε Συναυτοκράτορας (286). Ο Διοκλητιανός κυβέρνησε την Ανατολική, την μετέπειτα Βυζαντινή αυτοκρατορία και ο Μαξιμιανός την Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι μεταρρυθμίσεις προχώρησαν περισσότερο όταν διορίστηκαν δύο νέοι Συναυτοκράτορες ο Γαλέριος και ο Κωνστάντιος Α΄ Χλωρός με τον τίτλο του Καίσαρα, με την Τετραρχία κάθε Συναυτοκράτορας κατείχε το 1/4 της αυτοκρατορίας.