ἀργυροχάλινος: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (pape replacement) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀργυροχάλινος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει χαλινάρια στολισμένα με άργυρο. | |mltxt=[[ἀργυροχάλινος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει χαλινάρια στολισμένα με άργυρο. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[ῑ], <i>mit silbernem Zaum</i>, Philostr. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:10, 24 November 2022
English (LSJ)
[ᾰ], ον, with silver-mounted bridle, ζεῦγος Philostr. VS1.25.2.
Spanish (DGE)
-ον
que lleva bridas de plata ζεῦγος Philostr.VS 532, ὄχημα Philostr.VS 587, ἵπποι Philostr.Im.1.28.3, Basil.M.31.212C.
Greek (Liddell-Scott)
ἀργῠροχάλῑνος: -ον, ὁ ἔχων ἀργυροῦν ἤ ἀργύρῳ κεκοσμημένον χαλινόν, Φιλόστρ. 532.
Greek Monolingual
ἀργυροχάλινος, -ον (Α)
αυτός που έχει χαλινάρια στολισμένα με άργυρο.
German (Pape)
[ῑ], mit silbernem Zaum, Philostr.