σφιχτοχέρα: Difference between revisions

From LSJ

τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion

Source
(Created page with "{{grml |mltxt=σφιχτοχέρης, ο, θηλ. σφιχτοχέρα και ουδ. σφιχτοχέρικο, Ν<br />πολύ φιλάργυρος.<br />[<b...")
(No difference)

Revision as of 23:28, 24 March 2023

Greek Monolingual

σφιχτοχέρης, ο, θηλ. σφιχτοχέρα και ουδ. σφιχτοχέρικο, Ν
πολύ φιλάργυρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφιχτός + χέρι (πρβλ. απλο-χέρης)].